Όταν η ζωή δείχνει το πιο σκληρό της πρόσωπο και γονείς χάνουν τα παιδιά τους, νιώθω πολύ “μικρή” για να γράψω για τον βαθύ πόνο της απώλειας του γονέα. Ελπίζω όμως μέσα από τα δικά μου λόγια για την απώλεια του πατέρα μου να “αγκαλιάσω” -με τις λέξεις μου- κι άλλους ανθρώπους που πονούν για τα αγαπημένα τους πρόσωπα τα οποία δεν βρίσκονται πια στη ζωη.
Ένα “γράμμα ψυχής”. Στη μνήμα του πατέρα μου, Φώτη Καρδαρά.
Μπαμπά μου,
Την άνοιξη, που τόσο αγαπώ, ξεκίνησες το μεγάλο ταξίδι σου. Τι παράξενο μάλιστα…”έφυγες” σε μία ημερομηνία που είχε χαραγμένους τους πιο αγαπημένους μου αριθμούς, το 2 και το 4. Ήταν 4 του Απρίλη του 2022, όταν εσύ άνοιξες διάπλατα τα υπέροχα φτερά της ψυχής σου και ταξίδεψες στον ουρανό, σαν χελιδόνι. Ο αγώνας σου πάντα δυνατός. Μέχρι το τέλος.
Το προηγούμενο πρωί σε είχα φίλησα στο μέτωπο και σου είχα πει “Μπαμπά μου, τα έχουμε πει όλα. Εσύ ξέρεις…” και ύστερα σαν το φύσημα του ανέμου αναχώρησες.

Την ημέρα του αποχαιρετισμού βίωσα μία σχεδον μεταφυσική εμπειρία. Αδυνατώ να την ερμηνεύσω…ίσως ένα “παιχνίδι του μυαλού”, ίσως το ισχυρό μεταξύ μας δεσιμο πάνω στη γη, που απότομα κοβόταν από τη βία του θανάτου, να έπρεπε με κάποιο τρόπο να “γεφυρωθεί” για να μην είναι ανυπόφορο το βάρος της απώλειας.
Κατά την εξόδιο ακολουθία, ένιωσα σαν άξαφνα να βγαίνω από το σώμα μου και να μπαίνω σε ένα φάσμα ατελείωτων χρωμάτων και μουσικής και αισθάνθηκα βαθιά γαλήνη. Σε έβλεπα, κι ήσουν μακριά μου αλλά ταυτόχρονα τόσο κοντά μου. Και εσύ μου μίλησες και μου είπες όσα ήθελες να ειπωθούν εκείνη την ξεχωριστή μας στιγμή… Ήταν ένα τόσο όμορφο, τόσο μαγικό συναίσθημα, τόσο υπέροχα τα χρώματα γύρω μου, που σχεδόν “ανάγκασα” τον εαυτό μου να γυρίσει πίσω στην πραγματική του διάσταση. Μετά από αυτή την εμπειρία ήμουν όμως ήρεμη, γιατί ένιωσα ότι και η δική σου η ψυχή είναι γαλήνια…
Ένας χρόνος, χωρίς τη φυσική σου παρουσία. Ένας χρόνος πλημμυρισμένος από τις πιο δυνατές αναμνήσεις και από το μεγαλείο της αγάπης να νικά τους περιορισμούς του χώρου και του χρόνου και να φωλιάζει στην καρδιά μου, σαν την ανάσα που έχουμε ανάγκη στο βαθύ πένθος της απώλειας.
Μπαμπά μου, ακόμα σε αναζητώ…στα ανοιξιάτικα λουλούδια, στα χρώματα του ουρανού, στα παιχνιδίσματα του φωτός…. Αναζητώ το χέρι σου, την τρυφερή σου παρουσία, την κουβέντα σου, το τηλεφώνημά σου. Μα δεν σε βρίσκω και ώρες ώρες απελπίζομαι. Κρατώ το αγαπημένο σου καπέλο, διαβάζω ξανά και ξανά τα γραπτά σου, τις δημοσιεύσεις σου, αγγίζω τα γραμματά σου πάνω στις σελίδες των τετραδίων για να σε φέρω πάλι κοντά μου. Κι εσύ τελικά έρχεσαι. Έρχεσαι μέσα στα όνειρά μου, έρχεσαι στη σκέψη μου, έρχεσαι στις στιγμές της καθημερινότητάς μου, έρχεσαι την ώρα που διδάσκω, την ώρα που γράφω. Συνεχίζεις να μου δίνεις δύναμη. Να μου δείχνεις τον δρόμο. Γιατί ο θάνατος δεν μπορεί να μας νικήσει!
Από το τέλος, κρατώ βαθιά χαραγμένο μέσα μου και τον λυγμό των φίλων και συνοδοιπόρων σου, που με συγκλόνισε, γιατί συνειδητοποίησα ότι σε αυτές τις “βαριές” ώρες του αποχαιρετισμού οι πιο σημαντικές διαδρομές της ζωής που έχουμε διανύσει με τα αγαπημένα μας πρόσωπα, αποκτούν μορφή και γίνονται έντονα συναισθήματα και δυνατές εικόνες. Εικόνες που περνούν -ξανά και ξανά- μπροστά μας, σαν προβολή ταινίας, σαν το ξεφύλλισμα ενός άλμπουμ με πολλές φωτογραφίες.
Κρατώ όλες τις στιγμές μας, σαν πολύτιμο στη ζωή μου φυλαχτό. Γιατί κάθε στιγμή μας ήταν ξεχωριστή, κάθε κουβέντα σου είχε ουσία. Έδωσες μάχες για τον άνθρωπο, τον/την ασθενή και την κοινωνική δικαιοσύνη και υπήρξες το πιο ισχυρό πρότυπό μου. Με την ιδιαίτερη αίσθηση του χιούμορ σου, που διατήρησες ως το τέλος της ζωής σου, μας έκανες συχνά να χαμογελάμε αλλά και να προβληματιζόμαστε, να σκεφτόμαστε έξω από το κουτί και να βλέπουμε πίσω από τις γραμμές.
Η τελευταία σου κουβέντα προς εμένα ήταν να “προσέχεις τα παιδιά…”, τα δικά μου παιδιά και όποιο παιδί χρειάζεται υποστήριξη κι ενθάρρυνση.
Κι εσύ μπαμπά μου, από ψηλά να προσέχεις όλου του κόσμου τα παιδιά και να μου στέλνεις το μήνυμα της μαχητικότητάς σου, για τον δρόμο της ζωής που έχει πολλές σκοτεινές αλλά και πολλές φωτεινές πλευρές.
Μπαμπά μου, μη με ξεχνάς, να με αγαπάς!