Κάποιοι φίλοι μου, λόγω της ενασχόλησής μου με το έγκλημα και την εγκληματική ψυχή, μού ζήτησαν να γράψω δυο λόγια για το αποτρόπαιο έγκλημα που μας συγκλόνισε όλους, με θύμα ένα τετράχρονο αγγελούδι. Αμέσως μου ήρθαν στο μυαλό κάποιες φράσεις που έγραφα πριν από λίγους μήνες, ετοιμάζοντας το εκπαιδευτικό πρόγραμμα «Αστυνομικό και Δικαστικό Ρεπορτάζ» στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Ξαναδιαβάζοντας αυτές τις φράσεις, δεν το κρύβω ότι «πάγωσα».
Αποφάσισα, λοιπόν, με το σημερινό κείμενο να αναφερθώ σε αυτές τις φράσεις και να προσπαθήσω να τις αναλύσω. Εν συνεχεία, θα ήθελα να κάνω λόγο για ένα ειδεχθές έγκλημα με θύμα πάλι ένα ανήλικο αγγελούδι, το οποίο πριν από λίγα χρόνια συγκλόνισε την αμερικανική κοινωνία και στο οποίο, μεταξύ άλλων, θα κάνω αναφορά αυτή την Παρασκευή στους φοιτητές του ΕΜΜΕ.
Όπως προείπα, θα ξεκινήσω την ανάλυση καταγράφοντας τη φράση που πριν από λίγο καιρό έγραφα στο πλαίσιο του προγράμματος «Αστυνομικό και Δικαστικό Ρεπορτάζ». Αναφερόμουν στις αλλαγές στη φύση του εγκλήματος και στον τρόπο με τον οποίο αυτό απεικονίζεται από τα ΜΜΕ. Αυτό που τόνιζα είναι ότι η εγκληματικότητα αποκτά και νέες μορφές στο πλαίσιο της σύγχρονης εποχής, οι οποίες πρέπει να ληφθούν σοβαρά υπ’ όψιν. «Το έγκλημα σκληραίνει, η βία γίνεται άμετρη, άσκοπη και σαδιστική, ενώ η ανθρώπινη ζωή απαξιώνεται».
Αξίζει να σημειώσω ότι στο πλαίσιο ημερίδας με θέμα «Σύγχρονη κρίση και εγκληματικότητα, τάσεις και προοπτικές, προβληματισμοί και προτάσεις», που είχε διοργανώσει το έτος 2011 ο Ροταριανός Όμιλος Βόλου «ΑΡΓΩ», στο αμφιθέατρο του ΤΕΕ Μαγνησίας, ο Καθηγητής Εγκληματολογίας, νυν αναπληρωτής Υπουργός Δημόσιας Τάξης, κ. Γιάννης Πανούσης, είχε δηλώσει χαρακτηριστικά: «Το πρόβλημα της εγκληματικότητας στη χώρα μας δεν είναι ποσοτικό, αλλά ποιοτικό. Έχουμε πλέον άμετρη, άσκοπη και σαδιστική βία και αυτό μεταφράζεται ως πρόβλημα απαξίωσης της ανθρώπινης ζωής. Αυτό είναι που πρέπει να δούμε και να αναλύσουμε τους λόγους της άμετρης βίας. Να μάθουμε γιατί κάποιος σκότωσε για να ληστέψει, γιατί έριξε 27 σφαίρες αντί για μια. Παλιά ο διαρρήκτης δεν έφερε ποτέ πάνω του σουγιά, φοβούμενος μην τον συλλάβουν και τον βρουν πάνω του. Αυτή τη στιγμή όλοι έχουν όπλο, όλοι το χρησιμοποιούν και σε λίγο θα το χρησιμοποιούν και τα εν δυνάμει θύματα. Αυτό είναι αξιακό ζήτημα και όχι αναγκαστικά αστυνομικό ή εγκληματικό θέμα. Έχουν εκπέσει πλέον κάποια πράγματα και αξίες. Αυτό το φαινόμενο της έκπτωσης αξιών είναι εισαγόμενο και πρέπει να το δούμε έτσι. Δεν το θέτω ως θέμα ρατσισμού, αλλά η Ελλάδα είναι μια χώρα που δεν είναι σε εμπόλεμη κατάσταση, που δεν έχει μεγάλες κοινωνικές αναστατώσεις, οπότε δεν εξηγείται ούτε συγχωρείται, ούτε συμψηφίζεται».
Αυτό είναι, και κατά την δική μου κρίση, το μείζον ζήτημα που πρέπει να μας προβληματίσει σοβαρότατα. Το ότι η ανθρώπινη ζωή, πλέον, χάνει την αξία της! Με αποτέλεσμα εγκλήματα που διαπράττονται με ειδεχθή τρόπο να λαμβάνουν χώρα και στην Ελλάδα, σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από ότι στο παρελθόν και η βία να γίνεται άμετρη, άσκοπη και σαδιστική, κατά την εξαιρετικά εύστοχη δήλωση του κ. Πανούση.
Σε αυτό το σημείο κρίνω πολύ σημαντική την έννοια της «πρόληψης». Πρόληψη με την έννοια της ενημέρωσης σε ένα πρώτο επίπεδο και της δημιουργίας οργανωμένων δομών σε ένα δεύτερο επίπεδο. Όσον αφορά την συγκεκριμένη περίπτωση ακραίας εγκληματικότητας που εξετάζουμε, δεν μπορώ να πιστέψω ότι κανείς δεν γνώριζε, δεν έβλεπε, δεν άκουγε. Ένα καίριο ερώτημα, ωστόσο, είναι «σε ποιο βαθμό και με ποιον τρόπο μπορεί αυτός που γνωρίζει, βλέπει, ακούει», να βοηθήσει;
Σαφώς, η αστυνομία δεν θα μπορούσε να παρέμβει με ενδείξεις και όχι αποδείξεις, ούτε σε αυτήν, ούτε σε ανάλογες περιπτώσεις. Ωστόσο, μια σκέψη που καταθέτω είναι ότι θα μπορούσε να υπάρχει ένας έλεγχος, ένας κοινωνικός λειτουργός, ένας ψυχολόγος, ώστε να ελέγξουν τις συνθήκες διαβίωσης ενός παιδιού που οι γείτονες, για παράδειγμα, το βλέπουν να κυκλοφορεί γυμνό στο καταχείμωνα. Ή ακόμα το ίδιο το οικογενειακό περιβάλλον, στενό ή και ευρύτερο, που γνωρίζει συγκεκριμένα γεγονότα καθώς και την αδυναμία των γονιών σε ουσίες για παράδειγμα, να απευθυνθεί έγκαιρα σε κάποιες οργανωμένες δομές. Έστω και μια ζωή να προστατευθεί, αξίζει τον κόπο!
Από την άλλη πλευρά, πρέπει να υπάρξει ενημέρωση ώστε να πάψει να επικρατεί ο «νόμος της σιωπής» στο πλαίσιο της οικογένειας, καθώς πολλές περιπτώσεις έχουν καταγραφεί, όπου ο ένας από τους δύο γονείς γνωρίζει ότι ο άλλος κακοποιεί το παιδί, αλλά δεν μιλάει! Μου φαίνεται απίστευτο και θεωρώ ότι συνιστά εξίσου συνενοχή στο έγκλημα της κακοποίησης, όμως συμβαίνει και στο σημείο αυτό πιστεύω ότι μπορεί να υπάρξει πρόληψη. Με την σωστή ενημέρωση του πληθυσμού, με εκστρατείες ενημέρωσης και δημόσιες συζητήσεις, οι γονείς να μάθουν ότι πρέπει να μιλάνε και ότι μπορεί να υπάρξει ουσιαστική βοήθεια από επίσημους φορείς, ακόμα κι αν εκείνοι αδυνατούν να μεγαλώσουν τα παιδιά τους.
Δεν υποστηρίζω ότι είμαστε σε θέση να προλάβουμε όλα τα εγκλήματα, αλλά είμαι βέβαιη ότι υπάρχουν πολλά σημεία, για τα οποία το ευρύ κοινό και οι οικογένειες μπορούν να ενημερωθούν και να τεθούν σε δημόσια συζήτηση.
Θα κλείσω το άρθρο, με αναφορά σε ένα ειδεχθές έγκλημα που απασχόλησε εντονότατα την αμερικανική κοινωνία και οδήγησε σε μια δικαστική ετυμηγορία που αμφισβητήθηκε από τους πολίτες. Το συγκεκριμένο έγκλημα παραμένει ωστόσο άλυτο, με απαντήσεις σε φλέγοντα ερωτήματα να μην έχουν δοθεί. Ελπίζω και εύχομαι στην περίπτωση του 4χρονου αγγελουδιού να αποδοθεί δικαιοσύνη, τουλάχιστον για να ηρεμήσει η αθώα αυτή ψυχή που βρήκε ένα φρικτό τέλος….
Επρόκειτο για την υπόθεση της εξαφάνισης και, όπως αποδείχθηκε, άγριας δολοφονίας ενός δίχρονου κοριτσιού. Η μητέρα, Casey Anthony, ήταν το πρόσωπο στο οποίο, εν τέλει, απαγγέλθηκαν κατηγορίες, η οποία εν τούτοις αθωώθηκε από τις κατηγορίες για τη δολοφονία της κόρης της, το 2011.
Η δίκη της Anthony κράτησε «κολλημένους» στους δέκτες όλους τους αμερικανούς, με αποτέλεσμα να γίνει λόγος για μια «εθιστική δίκη». Όπως ενημερωνόμαστε από την ιστοσελίδα για την υπόθεση από την ιστοσελίδα http://www.iefimerida.gr/news/11796/h-%CE%B5%CE%B8%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%B9%CE%BA%CE%AE σε ένα πολύ ενδιαφέρον δημοσίευμα με τίτλο «Η εθιστική περίπτωση της Casey Anthony» :
Η Casey ζούσε στη Φλόριντα από τεσσάρων ετών, έμεινε έγκυος στα 18 και η ταυτότητα του πατέρα δεν αποκαλύφθηκε ποτέ – ο φίλος της, Jesse Grund, όπως αποδείχτηκε με τεστ DNA, που έγινε αργότερα στη ροή της περίεργης ιστορίας, δεν είχε σχέση με το παιδί. Παρ’ όλα αυτά, την αρραβωνιάστηκε το 2005, χρονιά που γεννήθηκε η μικρή Caylee, για να χωρίσουν μόλις έναν χρόνο αργότερα. Στις 16 Ιούνιου του 2008, Casey και η Caylee φεύγουν από το σπίτι όπου έμεναν με τους γονείς της πρώτης και παππούδες της δεύτερης, και λείπουν για 31 μέρες – κάθε φορά που η γιαγιά Cindy Anthony ζητά να δει την εγγονή, η Casey της λέει ότι είναι πολύ απασχολημένη με δουλειές στη Φλόριντα, ή ότι βρίσκεται με την νταντά της, Zenaida Fernandez-Gonzalez (η οποία ήταν υπαρκτό πρόσωπο, που όμως δεν γνώριζε κανένα μέλος της οικογένειας Anthony, και μάλιστα κατέθεσε μήνυση επειδή το όνομά της είχε εμπλακεί εν αγνοία της σε τέτοια υπόθεση, με αποτέλεσμα να αμαυρωθεί η επαγγελματική της υπόληψη). Η Cindy Anthony δηλώνει την εξαφάνιση της μικρής στις 15 Ιουλίου, αφού έχουν ειδοποιηθεί από την αστυνομία ότι το αυτοκίνητο της κόρης τους βρέθηκε παρατημένο, και είχε στο πορτ μπαγκάζ μια σακούλα που ανέδυε φρικτή μυρωδιά. Η Casey παραδέχεται ότι το κοριτσάκι λείπει εδώ και έναν μήνα, αν και υπάρχουν φωτογραφίες της με ημερομηνία 20 Ιουνίου (ενώ δηλαδή η μικρούλα αγνοείται) να λαμβάνει μέρος σε διαγωνισμό σωματικών προσόντων σε κλαμπ, και λέει πως φοβάται ότι την απήγαγε η νταντά της. Αρχίζει να ανακρίνεται, κατηγορούμενη για παραμέληση ανηλίκου, και να μπαινοβγαίνει στη φυλακή με καταβολή εγγυήσεων ενώ μικρότερες κατηγορίες, (μικροπλαστογραφίες, κλοπές και εκτεταμένη χρήση πιστωτικών καρτών φίλων της) τη βαραίνουν επίσης. Ταυτόχρονα, δεν προσφέρει καμιά χρήσιμη πληροφορία που θα μπορούσε να βοηθήσει την αστυνομία να βρει το παιδί που «είχε χαθεί» παρακωλύοντας τις έρευνες. Τον Δεκέμβριο του 2011, κοντά στο σπίτι της οικογένειας, βρέθηκε μια σακούλα που περιείχε ανθρώπινα μέλη και ένα κρανίο με κολλητική ταινία γύρω του. Μετά από ιατροδικαστική εξέταση, διαπιστώθηκε ότι το πτώμα ανήκε στη μικρή Caylee. Ξεκινάει έτσι μια δίκη που κράτησε τους Αμερικανούς κολλημένους σε δέκτες, sites και εφημερίδες που παρείχαν πληροφορίες για την υπόθεση, συγκλονίζει εξίσου τον υπόλοιπο κόσμο και εγείρει ερωτηματικά περί Αμερικανικής Δικαιοσύνης [….].Από τη δικαστική αίθουσα δεν έλειψαν τα κλάματα, οι κατηγορίες της Casey προς τον πατέρα της ότι την κακοποιούσε, η αποκάλυψη αλληλογραφίας της με τρόφιμο φυλακής στην οποία περιέχονται λεπτομέρειες για το πτώμα της μικρής που κανείς δεν θα ήταν σε θέση να ξέρει εκτός αν είχε διαπράξει το έγκλημα, εκδοχές κατά τις οποίες τα κρυμμένα οστά μπορεί να θάφτηκαν από κάποιον σκύλο (!), αφηγήσεις για την απόπειρα αυτοκτονίας του παππού, ενώ ταυτόχρονα εκδίδονται βιβλία που, πιθανότατα, πάνε καρφωτά για σενάρια. Αν η Casey καταδικαζόταν, η τιμωρία δεν ήταν η φυλακή: αντιμετώπιζε τη θανατική ποινή».
Ειλικρινά, πολλές φορές η ζωή ξεπερνά την έρευνα και τη λογική. Είναι απίστευτο το πώς ένα άτομο μπορεί να διαπράξει το πιο ειδεχθές έγκλημα, ακόμα και εις βάρος ενός ανήλικου, αθώου και απροστάτευτου ανθρώπου, ακόμα και του ίδιου του παιδιού. Εν τούτοις, εφόσον τέτοιου είδους εγκλήματα διαπράττονται, οφείλουμε να προβληματιστούμε, να ερευνήσουμε και να δώσουμε απαντήσεις, τουλάχιστον σε κάποια σημεία πολύ σοβαρά.
Σημασία δεν έχει να εξοργιζόμαστε μόνο για μερικές εβδομάδες ή μήνες όταν ένα παιδάκι βρίσκει φρικτό τέλος και μάλιστα από τον ίδιο του το γονιό, αλλά να είμαστε ευαισθητοποιημένοι και να έχουμε τα μάτια μας ανοιχτά στον πόνο του κάθε παιδιού, το οποίο εξακολουθώ να πιστεύω ότι συχνά βλέπουμε (ως γονείς, ως συγγενείς, ως φίλοι, ως γείτονες, ως εκπαιδευτικοί, ως μέλη μιας οργανωμένης πολιτείας), αλλά κλείνουμε τα μάτια σε αυτόν ή δεν ξέρουμε πώς να τον απαλύνουμε…..