Από το πολύ ενδιαφέρον άρθρο των Christopher Uggen και Suzy Mcelrath, το οποίο δημοσιεύεται στο επιστημονικό περιοδικό Journal of Criminal Law and Criminology, vol.104, issue 3, το φθινόπωρο του 2014, με τίτλο “Parental Incarceration: What we know and where we need to go”, εξάγονται σημαντικά συμπεράσματα αναφορικά με τις οδυνηρές επιπτώσεις της φυλάκισης των γονέων στην ψυχοσύνθεση και σωματική υγεία των παιδιών τους.
Ένα πρώτο συμπέρασμα αφορά την σημαντική αύξηση του αριθμού των έγκλειστων γονέων στα καταστήματα κράτησης των ΗΠΑ, γεγονός που σχετίζεται περισσότερο με το σύστημα απονομής δικαιοσύνης και την επιλογή των επιβληθεισών ποινών παρά με την αύξηση των ποσοστών εγκληματικότητας.
Ένα επίσης εξαιρετικής σημασίας συμπέρασμα σχετίζεται με την κατάρριψη ενός μύθου, σύμφωνα με τον οποίο οι φυλακισμένοι γονείς είναι αμέτοχοι στις ζωές των παιδιών τους, τόσο πριν όσο και κατά τη διάρκεια του εγκλεισμού. Αντίθετα, στο άρθρο τονίζεται ότι οι φυλακισμένοι γονείς είναι “αληθινοί γονείς”/real parents. Πιο συγκεκριμένα, εκτιμάται ότι 40% των έγκλειστων πατεράδων και 60% των μητέρων ζούσαν με τα παιδιά τους πριν τον εγκλεισμό τους, ενώ αξιοσημείωτο είναι ότι ένα ακόμα 40% των έγκλειστων πατεράδων που δεν ζούσαν με τα παιδιά τους είχαν τακτικό επισκεπτήριο από τα παιδιά τους στη φυλακή.
Σε ένα μεγάλο βαθμό, συνεπώς, οι έγκλειστοι γονείς πριν τη φυλάκισή τους είχαν αναλάβει οι ίδιοι τη φροντίδα και την ανατροφή των παιδιών τους, χωρίς ωστόσο αυτό να σημαίνει ότι η οικογενειακή τους ζωή εκτός φυλακής ήταν πάντοτε καλή ή κοινωνικά αποδεκτή. Διαπιστώνεται ότι υπάρχουν και στοργικές οικογένειες από τη μία και οικογένειες που παραμελούσαν ή/και κακοποιούσαν τα παιδιά από την άλλη. Ο χωρισμός συχνά προηγείται του εγκλεισμού, γεγονός που πολλές φορές κρίνεται αναγκαίο για την προστασία των παιδιών.
Ως προς τα σοβαρότατα προβλήματα που αντιμετωπίζουν τα παιδιά, των οποίων οι γονείς εκτίουν την ποινή τους στα καταστήματα κράτησης, υπογραμμίζεται ότι αυτά διακρίνονται σε δυο μεγάλες κατηγορίες: ψυχολογικά και σωματικά, με δυσμενέστατες μακροπρόθεσμες συνέπειες που εμποδίζουν την ομαλή σωματική και ψυχολογική ανάπτυξη των συγκεκριμένων παιδιών, τα οποία καλούνται να “παλέψουν” με ένα ακόμα “θηρίο”: το στίγμα της φυλάκισης των γονέων τους που καθιστά και τα ίδια, εν τέλει, “κοινωνικά μιάσματα”, “μη αποδεκτά” άτομα τόσο από το στενό όσο και από το ευρύτερο κοινωνικό τους περιβάλλον.
Ειδικότερα, διαπιστώνεται ότι τα παιδιά των οποίων οι γονείς είναι έγκλειστοι σε κατάστημα κράτησης, συχνά εσωτερικεύουν τα προβλήματά τους, με αποτέλεσμα να αντιμετωπίζουν κατάθλιψη και άλλες παθογόνες καταστάσεις ή, αντίθετα, εξωτερικεύουν τα έντονα συναισθήματά τους, υιοθετώντας επιθετικές αλλά και παραβατικές συμπεριφορές. Ως προς τα προβλήματα υγείας, αντιμετωπίζουν χρόνιες παθήσεις, όπως ημικρανίες, άσθμα και υψηλή χοληστερίνη. Αντιμετωπίζουν, ταυτόχρονα, σοβαρότατα προβλήματα στο σχολικό τους περιβάλλον που οδηγούν είτε σε συνεχείς “κοπάνες” από το χώρο του σχολείου, είτε τελικά στο να εγκαταλείψουν το σχολείο. Ακόμα όμως και ως ενήλικες, όπως εμφατικά σημειώνεται στο εν λόγω άρθρο, δυσκολεύονται σε πολύ μεγάλο βαθμό να υιοθετήσουν τους βασικούς ρόλους που ένας ενήλικας αναμένεται να έχει υιοθετήσει.
Όλα τα παραπάνω στοιχεία είναι πολύ σημαντικά και οφείλουν να διερευνηθούν, συστηματικά, και στην ελληνική πραγματικότητα, όπου αναμφίβολα ο εγκλεισμός του γονιού στη φυλακή δημιουργεί ένα τεράστιο κοινωνικό στίγμα, το οποίο ακολουθεί το παιδί, ακόμα και στην ενήλικη ζωή του. Σε αυτό το σημείο είναι απολύτως αναγκαία η νηφάλια και ολοκληρωμένη ενημέρωση του κοινού από τα ΜΜΕ, προκειμένου το “στίγμα του εγκλεισμού” τόσο για τον ίδιο τον αποφυλακισθέντα όσο και για τα παιδιά του να καταρριφθεί.
Ειδικά, αναφορικά με τα παιδιά, των οποίων οι γονείς είναι φυλακισμένοι, ο δημοσιογραφικός κόσμος πρέπει να συμβάλλει στη διασφάλιση της ομαλής συνέχειας της ζωής τους, βοηθώντας τους να απαλλαγούν από το κοινωνικό στίγμα και την κοινωνική απόρριψη ή/και κατακραυγή.
Δυστυχώς, τα ΜΜΕ στην ελληνική πραγματικότητα δεν έχουν δώσει πολλά θετικά δείγματα γραφής σε αυτό τον τομέα, της προστασίας των παιδιών φυλακισμένων, προχωρώντας ακόμα και σε δημόσια διαπόμπευση ανηλίκων, των οποίων οι γονείς βρίσκονται στη φυλακή. Στο βιβλίο μου “Τρομοκρατία και ΜΜΕ, (εκδ. Σάκκουλα), αναλύω συγκεκριμένες περιπτώσεις, όπου καθίσταται εμφανές ότι ο τρόπος προσέγγισης από τα ΜΜΕ ανάλογων περιπτώσεων παρουσιάζει πολλά προβλήματα.
Η δική μου πρόταση αφορά την ένταξη θεματικών ενοτήτων σε ενημερωτικές εκπομπές, ενημερωτικά sites, εφημερίδες κλπ., οι οποίες θα πραγματεύονται αποκλειστικά τα πολυσύνθετα και πολυδιάστατα ζητήματα των φυλακών, με πολύ διαφορετικό τρόπο όμως από τον τρόπο με τον οποίο γίνονται μέχρι σήμερα οι αναφορές. Οι αναφορές, δηλαδή, δεν πρέπει να είναι αποσπασματικές, ελλιπείς και, σε καμία περίπτωση, να στοχεύουν στην τρομολαγνεία του κοινού ή, αντίθετα, στην ηρωοποίηση συγκεκριμένων προσώπων.
Η πραγματικότητα της φυλακής θα πρέπει να παρουσιάζεται από δημοσιογράφους που θα έχουν αποκτήσει ουσιαστική γνώση στο αντικείμενο, θα έχουν μελετήσει τις αξίες και τις αρχές που διέπουν τον χαρακτηριζόμενο από τους εγκληματολόγους “υποπολιτισμό” της φυλακής και η δημοσιογραφική ενημέρωση, μέσα από τις συγκεκριμένες θεματικές ενότητες, θα στοχεύει στο να δημιουργηθεί μια “γέφυρα” επικοινωνίας μεταξύ των αποφυλακισθέντων και τις οικογενειών τους με τα μέλη του ευρύτερου κοινωνικού συνόλου, ώστε να πάψει να υφίσταται το “στίγμα της φυλακής” (με τις οδυνηρές συνέπειες τόσο για τους ίδιους όσο και για τις οικογένειές τους και κυρίως τα παιδιά τους), καθώς και να δοθεί μια ουσιαστική ευκαιρία κοινωνικής επανένταξης των αποφυλακισθέντων και διασφάλιση μιας υγιούς ζωής για τα παιδιά των φυλακισμένων ή/και αποφυλακισθέντων.
Τονίζω, βέβαια, στο σημείο αυτό, για να προλάβω αντιδράσεις, ότι δεν αναφέρομαι σε σκληρούς και πωρωμένους εγκληματίες, αλλά σε αποφυλακισθέντες που αξίζουν μια δεύτερη ευκαιρία και την οποία δυστυχώς ποτέ ή, σε ελάχιστες περιπτώσεις, έχουν.
Πιστεύω ότι τα ΜΜΕ μπορούν να διαδραματίσουν ένα σημαίνοντα ρόλο στο να δημιουργηθεί αυτή η “γέφυρα” επικοινωνίας και το ευρύ κοινό να ενημερωθεί ουσιαστικά και συστηματικά για το τι, πραγματικά, συμβαίνει πίσω από τα τεχνητά τείχη που χωρίζουν τις φυλακές από την ελεύθερη κοινωνία. Επίσης, το κοινό πρέπει να ενημερωθεί, πρωτίστως, για το τι συμβαίνει με την αποφυλάκιση και πώς και γιατί, συχνά, αυτοί οι άνθρωποι ή ακόμα και τα παιδιά τους οδηγούνται εκ νέου στη φυλακή, λόγω της ελλιπούς πρόνοιας που υπάρχει. Ο δημοσιογραφικός κόσμος οφείλει να προσεγγίσει με ιδιαίτερη ευαισθησία, αλλά και με ισχυρή γνώση, το ζήτημα των φυλακών, της υποτροπής και των σχέσεων του έγκλειστου πληθυσμού με τις οικογένειές τους και τα μέλη της ευρύτερης κοινωνίας. Με αυτό τον τρόπο, το κοινό θα ενημερωθεί εις βάθος και ουσιαστικά, αλλά και η δημοσιογραφία θα περάσει σε μια νέα φάση, εγκαινιάζοντας την εποχή της “ερευνητικής δημοσιογραφίας” στο χώρο των φυλακών και άλλων ζητημάτων εγκληματολογικού ενδιαφέροντος.
Αυτήν τη στιγμή, τόσο με τα δυο προγράμματα που έχουμε αναλάβει στο elearning του Παν/μίου Αθηνών, με τίτλους “ΜΜΕ και Εγκληματικότητα: το έγκλημα ως είδηση και ως μήνυμα” και το “Αστυνομικό και Δικαστικό Ρεπορτάζ”, καθώς και με τα μαθήματα εγκληματολογίας στο Τμήμα ΕΜΜΕ του Παν/μίου Αθηνών, παρέχουμε τη γνώση στους φοιτητές και δημοσιογράφους σχετικά με όλα τα προαναφερθέντα ζητήματα, την οποία πρέπει οι ίδιοι να αξιοποιήσουν πρακτικά. Είναι, ασφαλώς, σημαντικό να τους δοθεί η ευκαιρία να ανοίξουν νέους δρόμους στην έρευνα και τη δημοσιογραφία που ασχολείται με το έγκλημα, το φαινόμενο της εγκληματικότητας και το χώρο των καταστημάτων κράτησης. Η αρχή πρέπει να γίνει σύντομα και να είναι πολύ δυναμική!